Στις 2 Δεκεμβρίου 1804, στον Καθεδρικό Ναό της Παναγίας των Παρισίων, πραγματοποιήθηκε μια στέψη που δεν ήταν απλά μια τελετή, αλλά μια επιβλητική δήλωση εξουσίας. Όταν ο Πάπας Πίος Ζ’ προσέφερε το στέμμα στον Ναπολέοντα, εκείνος, σε μια κίνηση που πάγωσε το εκκλησίασμα, δεν άφησε τον Πάπα να του το τοποθετήσει στο κεφάλι. Αντίθετα, σήκωσε το στέμμα και το έβαλε ο ίδιος στον εαυτό του, σα να έλεγε: «Δεν είμαι υπηρέτης ούτε υπηρετώ κανέναν, ούτε καν τον ίδιο τον Πάπα.»
Σήμερα, αυτή η μορφή επίδειξης δύναμης επαναλαμβάνεται από πολιτικά πρόσωπα που, παρότι συχνά ημιεγγράμματα και χωρίς ουσιαστική παιδεία, κλέβουν το κράτος υπό τις ευλογίες του, φέρνοντας μπροστά στα μάτια μας το πλιάτσικο χωρίς καμία ντροπή. Η ακραία αυτή επίδειξη διαστροφής της εξουσίας, όπου η πρόκληση και η ατιμωρησία γίνονται τρόπος ζωής αντανακλά τον ίδιο ναρκισσισμό και την εύθραυστη αυτοεκτίμηση που μεταβάλλεται σε θράσος και κρύβεται πίσω από κάθε «σκήπτρο»- είτε κρατιέται από έναν αυτοκράτορα είτε από το λαμόγιο της επαρχίας.
Η «φαμίλια» που μας κυβερνά και οι συνένοχοι που στραγγαλίζουν υλικά, ηθικά, πολιτισμικά και κοινωνικά την πλειονότητα των πολιτών, σπαταλούν και προκαλούν χωρίς καμία προφύλαξη. Επιδεικνύουν τα σκάνδαλα, τη διαπλοκή τους και τις υπόγειες σχέσεις τους με την εξουσία. Επιδεικνύουν τις σπατάλες, τις διασυνδέσεις τους και την αδιαφορία τους για τις συνέπειες των παράνομων πράξεών τους. Μας τρίβουν στα μούτρα τις επιτυχίες τους, τα λάφυρα που έκλεψαν, την ασυδοσία τους, για να καταλάβουμε ότι έκλεψαν, παρανόμησαν, ότι αυτοί μπορούν ενώ εμείς δεν μπορούμε. Δεν διαφημίζουν τον ξαφνικό παράνομο νεοπλουτισμό τους στους «πλούσιους του παλιού χρήματος», αλλά στους φτωχούς, οι οποίοι είναι πιο πιθανό να ασχοληθούν με τις επιδείξεις πλούτου και να ζηλέψουν.
Από σκάνδαλα τύπου ΟΠΕΚΕΠΕ και τους δικαιούχους των επιδοτήσεων με τα πολυτελή αυτοκίνητα και τις βίλες, μέχρι τις καταγγελίες για επιχειρηματίες που εισέπραξαν επιδοτήσεις COVID-19 για να επιδείξουν δημόσια μετά από λίγο τον πλούτο τους με δαπανηρά ταξίδια και πολυτελή σπίτια κι από αυτούς στους εμπλεκόμενους σε υπερτιμολογήσεις σε δημοτικά έργα που ζουν με πολυτελή τρόπο ζωής, ή με στόρις στα κοινωνικά δίκτυα όπου σύζυγοι αγροτοσυνδικαλιστών ανεβάζουν πανάκριβα ρούχα, σε πολιτευτές που φωτογραφίζονται μέσα στη νεοανακαινισμένη τους βίλα στη Μύκονο με λεζάντες όπως «η σκληρή δουλειά αποδίδει»- όταν η κοινή γνώμη γνωρίζει ότι πρόκειται για πρώην υπάλληλους με εισόδημα 800 ευρώ τον μήνα-, ή σε δημόσιες εμφανίσεις ημετέρων για την «κοινωνική πολιτική» που καταγράφονται με τηλεφακό πανάκριβα ρολόγια, ή προγράμματα ΕΣΠΑ και επικοινωνιακές καμπάνιες που δίνονται απευθείας χωρίς διαγωνισμό σε νεοϊδρυθείσες εταιρείες συγγενών και συνεργατών που ξαφνικά σπαταλάνε χωρίς αύριο. Οι δημόσιες εικόνες της προκλητικής επιδεικτικότητας του πλούτου είναι επιβεβαίωση ισχύος-δεν είναι ατύχημα. Κανένα άγχος. Δεν κρύβονται. Δεν τηρούνται πια καν τα προσχήματα αναδεικνύοντας έτσι το κενό ανάμεσα στη διαφάνεια και την πραγματικότητα της απονομής δικαιοσύνης. Η απουσία ντροπής είναι μέρος της ασυλίας. Η αθέμιτη και παράνομη προέλευση του πλούτου είναι κοινό μυστικό – όλοι ξέρουμε, κι εκεί είναι η μαχαιριά.
Η συμπεριφορά τους ξεπερνά την πολιτική και οικονομική παρατήρηση και κριτική και χρήζει ψυχιατρικής και ψυχολογικής διερεύνησης. Θα μιλήσω λοιπόν και ως ψυχοθεραπευτής. Πρόκειται για ψυχολογική διαστροφή; Για κάποιου είδους διαταραχή; Ή για μια υποσυνείδητη επιθυμία να πιαστούν;
Η προκλητικότητά τους ξεφεύγει από τη λογική της απληστίας και αδιαφορεί για την κάλυψη των ιχνών. Εκτός από την πολιτική διαφθορά και τις πολιτικές διασυνδέσεις, αντιμετωπίζουμε ένα φαινόμενο με τελετουργικά χαρακτηριστικά: έχουμε μια επίδειξη πλούτου, εξουσίας και ατιμωρησίας. Δεν τους αρκεί που έχουν αποκομίσει παράνομα χρήμα και δύναμη· πρέπει εμείς να το δούμε και να το υποστούμε. Να δούμε με ανοιχτά τα μάτια το σκάνδαλο, ενώ η φωνή μας, όπως στους εφιάλτες, δεν βγαίνει από το λαρύγγι μας.
Η ψυχολογική διάσταση: η επιδεικτική ατιμωρησία
Υπάρχει ένα είδος ασυνείδητης επιθυμίας για αποκάλυψη, σχεδόν σαν αυτοσαμποτάζ — όχι όμως για να τιμωρηθούν, αλλά για να επιβεβαιώσουν ότι δεν θα τιμωρηθούν σε μια χώρα που κατηγορείται συνεχώς για έλλειψη απονομής δικαιοσύνης. Είναι ένα τεστ εξουσίας: «Θα το κάνω μπροστά στα μάτια σου και σιγά τι θα μου κάνεις;». Υπάρχει ένα υπόστρωμα σαδισμού από κάτω: παίρνουν ικανοποίηση όχι μόνο από το κέρδος αλλά και από την ταπείνωση του Άλλου.
Η απουσία ελέγχου γεννά επιδειξίες
Η επιδεικτικότητα, όπως περιγράφεται στην ψυχιατρική βιβλιογραφία, συνδέεται με προσωπικότητες ναρκισσιστικού ή ιστριονικού τύπου, οι οποίες παρουσιάζουν κραυγαλέα, δραματική, ευέξαπτη και υπερδραστήρια συμπεριφορά με σκοπό την προσέλκυση της προσοχής. Η συμπεριφορά αυτή λειτουργεί ως αντισταθμιστικός μηχανισμός μιας εύθραυστης αυτοεκτίμησης, η οποία στηρίζεται κυρίως στην εξωτερική επιβεβαίωση και όχι σε εσωτερική σταθερότητα (American Psychiatric Association, 2013, Millon & Davis, 1996).
Όταν δεν υπάρχει πραγματικός μηχανισμός λογοδοσίας ο ισχυρός δεν φοβάται και αρχίζει να προκαλεί. Κι εδώ μπαίνει ο ρόλος του πολίτη, του Τύπου, της Δικαιοσύνης. Αν όλα αυτά είναι διαβρωμένα, δυσλειτουργικά και υποχείρια της εξουσίας, τότε η επίδειξη γίνεται μέρος της κυριαρχίας. Σαν την έκθεση, σε άλλες εποχές, του πτώματος του εχθρού στην πλατεία, αλλά αντεστραμμένη: τώρα είναι ο λαός το πτώμα.
Αυτό δεν είναι απλώς ασυδοσία είναι εξουσιαστικό τυπικό. Σου δείχνουν τον καρπό που έκλεψαν από το κοινό δέντρο, τον τρώνε μπροστά σου, γελάνε και φτύνουν τα κουκούτσια στο πρόσωπό σου για να σε εξευτελίσουν. Η πρόκληση και η αλαζονεία δεν είναι υποπροϊόντα. Είναι το μήνυμα. Σαν να σου λένε: «Μπορούμε να σε κλέβουμε και να το ξέρεις. Και πάλι δεν θα κάνεις τίποτα.» Αν το σκεφτείς έτσι, δεν είναι απίθανο ότι πίσω από την επίδειξη υπάρχει μια ανομολόγητη επιθυμία να υπάρξει όριο, σαν να φωνάζει το σύστημα στον εαυτό του: «Υπάρχει κάποιος να μας σταματήσει;» κι όταν βλέπει ότι δεν υπάρχει, ξεσαλώνει περισσότερο.
Και η πολιτισμική διάσταση: ο νεοελληνικός νεοπλουτισμός
Στην Ελλάδα, που ο πλούτος δεν είναι συνδεδεμένος με την παραγωγή, αλλά με τις άκρες, τις επιδοτήσεις, τους διορισμούς και τις εργολαβίες, δεν υπάρχει ντροπή για το πώς αποκτήθηκε το χρήμα. Αντιθέτως, η πρόκληση είναι στοιχείο κύρους. «Δες πόσο μακριά μπορώ να φτάσω χωρίς να με ακουμπήσει κανείς.» Ο Παναγιώτης Κονδύλης**, ένας από τους λίγους πρωτότυπους διανοούμενους στοχαστές της μεταπολεμικής Ελλάδας έχει γράψει ότι «οι ιδεολογίες λειτουργούν ως προπέτασμα καπνού, αφού η εύκολη αλλαγή κομματικής στέγης δείχνει πως το πραγματικό θεμέλιο της πολιτικής είναι η πελατεία».
Η απάντηση σε αυτη τη διασαλευμένη πολιτικο-οικονομική πραγματκότητα δεν βρίσκεται ούτε στη καταγγελία ούτε στην παθητική αποδοχή, αλλά σε μια καλλιέργεια άλλου βλέμματος: να μάθουμε να μην γοητευόμαστε από τα μπιχλιμπίδια και τις επιδείξεις ισχύος. Να πάψουμε να μετράμε τον εαυτό μας με τα μέτρα του πλούτου. Η ψυχική καταρχάς αντίσταση ίσως αρχίζει από την αδιαφορία απέναντι στο θέαμα του πλούτου- να μην του αναγνωρίζουμε οποιοδήποτε κύρος. Καμία εξουσία δεν είναι απόλυτη όταν παύει να βρίσκει κοινό που χειροκροτεί.
Και τα παρακολουθούμε όλα χωρίς καμία αντίδραση…
Άλλο ένα υπέροχο άρθρο από εσάς που παρουσιάζει και αναλύει τη σύγχρονη αλλά και διαχρονική διαφθορά των κοινωνιών. Όμως η αλλαγή ξεκινάει από τον κάθε έναν ατομικά, ώσπου πολλά μικρά ψάρια μαζί να φάνε το "μεγάλο".......