Τα όνειρα σε μια εποχή αυταρχισμού
Όταν κοιμόμαστε, ποιος κυβερνάει;
Το πρωί της 29.10.25, το βράδυ της εθνικής εορτής, ξύπνησα με ένα παράξενο όνειρο. Ένα όνειρο με απροκάλυπτο κοινωνικοπολιτικό συμβολισμό. Στο όνειρό μου ο κυβερνητικός υπουργός Α.Γ. μας κυνηγάει ή τον κυνηγάμε- στη συνέχεια καταλαβαίνω ότι μας καταδιώκει σε μια σκάλα που δεν είναι έχει όμως σκαλιά. Τώρα που το γράφω θα τον χαρακτήριζα ως κατηφορικό διάδρομο που από την αρχή του ονείρου είναι γεμάτος αίματα- αίμα πιτσιλισμένο σε τοίχους και πάτωμα όπως στις splatter ταινίες. Ο διάδρομος μοιάζει με κοχλία με περιστροφική κίνηση προς τα κάτω. Σε κάποια στιγμή της καταδίωξης ο υπουργός μας πλησιάζει, τον αρπάζω και με μια απότομη κίνηση και ξεπερνώντας το φόβο μου τον γκρεμίζω από ψηλά. Τον βλέπω να πέφτει και μάλλον σκοτώνεται ενώ τα αίματα βρίσκονται απλώνονται παντού. Μια αίσθηση ανακούφισης.
Υπάρχουν όνειρα που δεν ανήκουν αποκλειστικά σ’εμάς. Είναι σαν να τα βλέπουμε για λογαριασμό ενός ολόκληρου κόσμου, σαν να κουβαλάμε στον ύπνο μας το άγχος, το θυμό και τη σιωπηλή αγωνία μιας κοινωνίας. Ξυπνάς και νιώθεις πως κουβαλάς κάτι συλλογικό- φόβο, οργή, ένα αίσθημα καταδίωξης που δεν εξηγείται μόνο από την προσωπική σου ζωή.
Η ατμόσφαιρα και το τέλος, βίαιο και απελευθερωτικό μαζί, με παρέπεμψε συνειρμικά στο βιβλίο της Charlotte Beradt, Τα όνειρα στο Τρίτο Ράιχ, (Das Dritte Reich des Traums, εκδ. Άγρα). Η Γερμαονεβραία Beradt (1907-1986) δημοσιογράφος στο Βερολίνο, μετά την άνοδο των Ναζί το 1933 της αφαιρέθηκε το δικαίωμα να δημοσιεύει και ξεκίνησε να συλλέγει τα όνειρα ανθρώπων στο περιβάλλον της, γειτόνων, φίλων, γνωστών, που έβλεπαν κατά την περίοδο 1933-1939.
Το βιβλίο της περιλαμβάνει 50 περίπου ονειρικές αφηγήσεις που χαρακτηρίζονται ως «όνειρα της δικτατορίας». Η Beradt κατέγραφε τα όνειρα με κώδικες ( αναφέροντας πολιτικά πρόσωπα ως ο «θείος Χανς» π.χ.), τα έκρυβε σε βιβλία και τα έστελνε για ασφάλεια σε φίλους της στο εξωτερικό. Το έργο αυτό που εκδόθηκε το 1966 θεωρείται ως μία σημαντική τεκμηρίωση της επίδρασης του ναζιστικού καθεστώτος στον ψυχισμό των ανθρώπων αποδεικνύοντας πως η βία της εξουσίας διεισδύει στο ασυνείδητο και στα όνειρα στην πιο ευάλωτη στιγμή μας.
Οι άνθρωποι που ονειρεύονταν επί Χίτλερ έβλεπαν αστυνομικούς να παρακολουθούν τις σκέψεις τους, τηλεοράσεις να μεταδίδουν τις συνομιλίες τους, αφεντικά να τους αναγκάζουν να υποκλιθούν, υπάρχουν όνειρα ανθρώπων που έβλεπαν πως δεν μπορούσαν να μιλήσουν ούτε μέσα στα όνειρά τους χωρίς να τους παρακολουθούν, γυναίκες που ονειρεύονταν πως έπρεπε να καλύψουν τους τοίχους του σπιτιού τους με σημαίες του Ράιχ, υπάλληλοι που έβλεπαν τα αφεντικά τους να εισβάλλουν στα σπίτια τους. Δεν ήταν πια μόνο πολιτικοί φόβοι- ήταν εσωτερικευμένος ολοκληρωτισμός.
Η Beradt μέσα από αυτά τα όνειρα απέδειξε ότι η εξουσία δεν περιορίζεται στον δημόσιο χώρο, διεισδύει στο ασυνείδητο και μετατρέπει το φόβο σε εικόνες. Όταν ο άνθρωπος δεν μπορεί πια να εκφράσει ελεύθερα τη γνώμη του, το όνειρο γίνεται το τελευταίο του καταφύγιο και ταυτόχρονα καθρέφτης της ψυχικής καταπίεσης.
Το δικό μου όνειρο αποτυπώνει το συλλογικό αίσθημα. Δεν εκφράζει μόνο κάτι δικό μου, αλλά και τη βαθιά πολιτική και ψυχική κόπωση απέναντι στην εξουσία. Ο Ά.Γ., ως σύμβολο, δεν είναι απλώς ένα κυβερνητικό πρόσωπο αλλά στο όνειρο λειτουργεί ως σύμβολο του πολιτικού λόγου που είναι απειλητικός, σαδιστικός, αλαζονικός, αυταρχικός. Πρόκειται για τον εκφραστή μιας επιθετικής ρητορικής που έχει ως στόχο την εξουδετέρωση κάθε αντίδρασης. Το ότι «μας κυνηγάει» δηλώνει ένα συλλογικό άγχος, μια πίεση που προέρχεται από ένα σύστημα που δεν αφήνει χώρο αναπνοής- «δεν έχουμε οξυγόνο».
Ο κυκλικός διάδρομος με τα αίματα συμβολίζει την εφιαλτική εκδοχή μιας κοινωνίας που γυρίζει γύρω από τον εαυτό της χωρίς έξοδο, με επαναλαμβανόμενη βία, τραύμα, και ηθική φθορά. Δεν υπάρχει ανιούσα πορεία (δεν έχει σκαλιά), μόνο κατηφόρα, ένα σχόλιο ίσως για την αίσθηση παρακμής που νιώθω στο ξύπνιο μου.
Η Beradt έγραφε πως «οι δικτατορίες δεν ορίζουν μόνο τη ζωή των πολιτών, αλλά και τα όνειρά τους». Σήμερα, ζώντας μέσα σε μια πιο ήπια, αλλά «ανελεύθερη δημοκρατία», αναρωτιέμαι πόσο ελεύθερα είναι τα δικά μας όνειρα.
Ζούμε στην εποχή όπου η εξουσία δεν χρειάζεται στρατόπεδα συγκέντρωσης για να σε ελέγξει, αρκούν τα μίντια να προπαγανδίζουν συνεχώς τις θέσεις της, τα τρόλ να διασύρουν όποιον αντιτίθεται, να παρακολουθείσαι μέσω υποκλοπών, να ελέγχεις τη δικαιοσύνη και όλους τους θεσμούς. Ο πολίτης μαθαίνει να αυτολογοκρίνεται, να σωπαίνει, να μη σκέφτεται δυνατά. Και τότε τα όνειρα αναλαμβάνουν να πουν ό,τι η συνείδηση φιμώνει.
Το αίμα, ο κυκλικός διάδρομος, η αίσθηση ότι δεν υπάρχει έξοδος είναι το ψυχικό τοπίο μιας χώρας που ζει παρατεταμένα μέσα στο φόβο, στο θυμό, στον κυνισμό, στην παραίτηση και στην απάθεια. Το ότι στο τέλος νιώθω ανακούφιση δεν σημαίνει εκδίκηση, σημαίνει μια επείγουσα επιθυμία λύτρωσης από τον αυταρχικό τρόπο διακυβέρνησης που εισβάλλει παντού, ακόμα και στον ύπνο.
Ίσως τελικά τα όνειρα να παραμένουν η τελευταία πράξη αντίστασης. Εκεί, στο σκοτάδι, μπορούμε ακόμη να δούμε την εξουσία να χάνει την ισορροπία της και να ξυπνήσουμε, έστω για λίγο, ανακουφισμένοι.


Πω πω περιγραφήηηηη
Μπράβο Γιώργο το διάβαζα και το έβλεπα παράλληλα!