Εάν δεν είσαι πλούσιος είσαι αναγκασμένος να παλεύεις για την επιβίωσή σου σε ένα «παιχνίδι» που έχει σχεδιαστεί από πλούσιους. Tο Squid Game είναι μια παραβολή για την εκμετάλλευση και τον καπιταλισμό. Χμμμ…
Τι είσαι διατεθειμένος να κάνεις για να κερδίσεις; Στη σειρά του Netflix, το Παιχνίδι του Καλαμαριού, άνεργοι, πάμπτωχοι, υπερχρεωμένοι, τζογαδόροι, καταχραστές, εργάτες, μετανάστες και φυγάδες καλούνται να πάρουν μέρος σε ένα παιχνίδι που θα δώσει στον νικητή 45.6 δις γουόν ή 38.460 εκ δολ.
Έχουν ειπωθεί πολλά για τις πηγές έμπνευσης και τις αναφορές της σειράς. Οι περισσότεροι συμφωνούν ότι έχει στοιχεία από τους Αγώνες Πείνας (The Hunger Games) και την ξενόγλωσση Οσκαρική κορεάτικη ταινία Τα Παράσιτα. Να προσθέσω εδώ το πείραμα της φυλακής του Στανφορντ (1971) (που έχει μεταφερθεί και στο σινεμά με δύο ταινίες τουλάχιστον), στο οποίο «εικοσιτέσσερις φοιτητές επιλέχθηκαν για να παίξουν τους ρόλους των φυλακισμένων και των δεσμοφυλάκων και να ζήσουν σε μια υποτιθέμενη φυλακή που είχε δημιουργηθεί για τους σκοπούς του πειράματος στο υπόγειο του κτιρίου της Επιστήμης της Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ». Γρήγορα η διαχωριστική γραμμή μεταξύ φυλακισμένων και δεσμοφυλάκων εξαφανίστηκαν με τους φοιτητές να ταυτίζονται με τους ρόλους και το πείραμα βγήκε εκτός ελέγχου με τη βία, την παράνοια και την κατάχρηση εξουσίας να κυριαρχούν. Το πείραμα τερματίστηκε κακήν κακώς σε έξι μέρες.
Η σειρά έχει γίνει ένα ποπ φαινόμενο. Μπορούμε να πούμε πολλά για την επιτυχία του. Οι θεατές που ζουν μια πανδημία και τεράστιες επιπτώσεις στη ζωή τους μπορούν να σχετιστούν με τους χαρακτήρες της σειράς που παλεύουν για την επιβίωσή τους. Το άγχος και η αβεβαιότητα, ο εγκλεισμός, η ανεργία και η οικονομική καταστροφή, η απειλή της αρρώστιας πάνω από τα κεφάλια μας, μάς κάνουν να νιώθουμε παγιδευμένοι όπως οι συμμετέχοντες στο παιχνίδι.
Το σενάριο του Καλαμαριού σερνόταν μια δεκαετία. Ο σεναριογράφος το έδειξε καταρχάς στη χώρα του την Βόρεια Κορέα αλλά δεν υπήρξε ενδιαφέρον. Ο χρόνος και οι περιστάσεις όμως δούλευαν υπέρ της ιδέας. Ο κόσμος σε αυτά τα δέκα χρόνια έζησε και ζει δύο τεράστιες κρίσεις: μια οικονομική και μια επιδημία κατά την οποία ο πλανήτης κατέβασε το γενικό διακόπτη με παγκόσμια λοκ ντάουν. Οι κοινωνίες γονάτισαν από το φόβο, το άγχος, την οικονομική δυσπραγία, την ανεργία, την απώλεια εκατομμυρίων θέσεων εργασίας, την απελπισία. Η χρονική στιγμή ήταν κατάλληλη πια για τη σειρά: σαν βιντεοπαιχνίδι με πίστες όλο και πιο δύσκολες η βία είναι ανατριχιαστική, η κλειστοφοβία έντονη, η ζωή ασήμαντη.
Στον κόσμο του Παιχνιδιού οι άνθρωποι που συμμετέχουν ανταγωνίζονται μέχρι θανάτου, προδίδουν, σκοτώνουν, κάνουν πράγματα που ποτέ δεν φαντάστηκαν και μάλιστα χωρίς να υποχρεώνονται, χωρίς να εκβιάζονται, χωρίς να εξαναγκάζονται. Το σκοτάδι κατακλύζει τα πάντα. Όμως είναι μόνο το ανθρώπινο σκοτάδι που μπορεί να μας οδηγήσει σε αδιανόητη σκληρότητα; Όχι. Είναι και το περιβάλλον και οι κοινωνικές συνθήκες και η πολιτικο/ οικονομική πραγματικότητα. Έχει επισημανθεί ότι η Νότια Κορέα στην οποία διαδραματίζεται η σειρά έχει το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό χρέους ανά νοικοκυριό στον πλανήτη που συνεχίζει να αυξάνεται ραγδαία. Όπως και στα Παράσιτα οι κοινωνικές τάξεις χωρίζονται μεταξύ τους από ένα τεράστιο αγεφύρωτο χάσμα. Στο Παιχνίδι οι φτωχοί απανθρωπίζονται και σκοτώνονται για τη διασκέδαση των πλούσιων. Ο θάνατος ως διασκέδαση. Τα παιδικά παιχνίδια γίνονται θανατηφόρες παγίδες- η παιδική αθωότητα μεταμορφώνεται σε διαστροφή.
Οι συνειρμοί της σειράς με την πολιτικο/οικονομική κατάσταση των δυτικών τουλάχιστον χωρών είναι άμεσοι και προφανείς. Οι συμμετέχοντες στο Παιχνίδι του Καλαμαριού είναι θύματα μιας συγκεκριμένης πολιτικής. Οι «παίχτες» στο Παιχνίδι υπάρχουν επειδή ο νεοφιλελευθερισμός έχει εκτροχιαστεί- η φτώχεια και η απελπισία είναι τα αποτελέσματά του. Η εικονογράφηση αυτής της πολιτικής στη σειρά αποτελεί την ονείρωξη του νεοαριστερού: 1. Ο άνθρωπος είναι λύκος για τον άνθρωπο- το ΄χουμε. 2. Ο ακραίος ατομισμός μπορεί να γίνει αιτία να σκοτώσεις για χρήματα- το ΄χουμε. 3. Ο πλούτος είναι συγκεντρωμένος στα χέρια λίγων που κινούν τα νήματα πίσω από κλειστά σκοτεινά δωμάτια- το ΄χουμε. «Γιατί βλέπουμε το Παιχνίδι του Καλαμαριού;» αναρωτήθηκε το Jacobin, ένα αγγλικό αριστερό σάιτ. «Επειδή σοκάρει μέσα από την διασκέδαση; Όχι. Το βλέπουμε γιατί μπορούμε να ταυτιστούμε με την απεικόνιση της καπιταλιστικής δυστυχίας. Η δυστοπία στο Παιχνίδι του Καλαμαριού αποτελεί τη σύγχρονη πραγματικότητα». «Το παιχνίδι του Καλαμαριού είναι μια αλληγορία της καπιταλιστικής κόλασης», μας λένε. Αποκαλύπτει «τη φρίκη της σύγχρονης ανισότητας και εκμετάλλευσης… και καταρρίπτει τον καπιταλιστικό μύθο ότι η σκληρή δουλειά εγγυάται την ευημερία». Είναι σχεδόν αστείο να σκέφτεσαι ότι το αντι-καπιταλιστικό μήνυμα της σειράς περνάει μέσα από το Netflix που τους τέσσερις μόνο τελευταίους μήνες πρόσθεσε 4,5 εκ. νέους θεατές ανεβάζοντας τους συνδρομητές του στα 213.6 εκ. ενώ 142 εκατομμύρια θεατές έχουν παρακολουθήσει μέχρι τώρα τη σειρά που είναι νούμερο 1 σε 94 χώρες.
Το πρώτο πράγμα που αντιλαμβάνεσαι διαβάζοντας τους αριθμούς είναι ότι το Παιχνίδι του Καλαμαριού αποτελεί ένα φαινόμενο του καπιταλισμού τον 21ο αιώνα. Σύμφωνα με το Bloomberg το Squid Game αύξησε τη χρηματιστηριακή αξία του Netflix κατά 19 δις δολάρια. Το Netflix είναι μια καπιταλιστική μηχανή που δημιουργεί έσοδα. Είναι οι ίδιοι οι καπιταλιστές που παράγουν και δημιουργούν τον αντικαπιταλισμό αφήνοντας τους αριστερούς και τους προοδευτικούς να ψάχνονται. «Oι καπιταλιστές είναι ικανοί να πουλήσουν στους προλετάριους ακόμα και το σχοινί με το οποίο θα τους κρεμάσουν» λέει μια διάσημη φράση που αποδίδεται εσφαλμένα στον Μαρξ ή τον Λένιν αλλά ταιριάζει στην περίσταση. Ο καπιταλισμός κοροϊδεύει την νεοαριστερά δημιουργώντας εικόνες που οι αριστεροί φαντασιώνουν: σαδιστές πλούσιοι με χρυσές μάσκες παίζουν με την απελπισία των φτωχών που σκοτώνονται για το χρήμα. Η νέα αριστερά αντί να αντιμετωπίσει τη νεοφιλελεύθερη πραγματικότητα ως ένα σύστημα βαθύτατα προβληματικό μάχεται το νεοφιλελευθερισμό με ηθικοπλαστικές κοινοτοπίες: ο κακός πλούσιος και ο καλός φτωχός. Αυτή η απλοϊκή αντιμετώπιση αποτελεί και την αχίλλειο πτέρνα της νέας αριστεράς που δεν μπορεί να πείσει ως εναλλακτική πρόταση. Κολλημένοι στην προσωπική τους απέχθεια για τις υπερβολές του καπιταλισμού αντί να τον αντιμετωπίσουν με σύγχρονα επιχειρήματα και επαναστατικές ιδέες όπως έκαναν οι παλιοί μαρξιστές οι νεοαριστεροί τού πετάνε χαλίκια ως μέλη ενός κλαμπ πολιτικής ορθότητας και συντηρητισμού εκτός πραγματικότητας και εποχής.